Ο Καλός, ο Κακός και ο Δάσκαλος

«Διδασκαλία:Η αιώνια διαμάχη μεταξύ, των, «νομίζω πως είμαι» και «καταφέρνω να είμαι». M.Γκολγκάκη

1 min read
Ο Καλός, ο Κακός και ο Δάσκαλος
Ο Καλός, ο Κακός και ο Δάσκαλος

«Διδασκαλία:Η αιώνια διαμάχη μεταξύ, των, «νομίζω πως είμαι» και «καταφέρνω να είμαι».

Το σχολείο δεν είναι εργοστάσιο μαζικής κατασκευής αυτοκινήτων με πανομοιότυπα, καλογυαλισμένα μοντέλα, που προορίζονται για να εκτελέσουν συγκεκριμένες λειτουργίες. Ούτε ο δάσκαλος εργάτης στη γραμμή παραγωγής. Ακόμη κι αν τον θέλουν έτσι ή ενστερνίζεται ο ίδιος κομφορμιστικές συμπεριφορές, ο ρόλος του οφείλει να είναι ρηξικέλευθος. Και λέω «οφείλει», γιατί η λέξη αυτή σέρνει από το χέρι μία άλλη, ακόμη πιο σημαντική. Τη λέξη, χρέος. Δεν μιλώ για καθηκοντολογία και υποχρέωση με την έννοια της επιβολής, αλλά για εσωτερική ανάγκη του παιδαγωγού﮲ κάτι που βγαίνει μέσα από τα σπλάχνα του.

Στην τάξη μέσα, αυτό που «ιδανικά» συμβαίνει, είναι ένα αλισβερίσι γνώσης και ενέργειας ενώ με την πάροδο του χρόνου λαμβάνει χώρα μια μεταμόρφωση. Ο μαθητής αρχίζει και στενεύει μέσα στα ρούχα που άλλοτε του ντύνανε την άγνοια και βάζει για φορεσιά ένα ένδυμα ανθεκτικό και μακράς διάρκειας. Ο δάσκαλος από απλός άνθρωπος γίνεται περφόρμερ, ένας επιδέξιος ζογκλέρ, που βγαίνει στην παράσταση με κρίκους, κορύνες, καπέλα, δάδες φωτιάς, ό,τι χρειαστεί για να κρατήσει το κοινό του σε εγρήγορση.  Ακόμη κι αν κάποιοι παρακολουθούν το σόου σαν ράθυμα γελάδια, ακόμη κι αν ο θιασάρχης τον κακοπληρώνει, αυτός πρέπει να συνεχίσει.

«Πρώτα θα του μάθω να σκέφτεται»

Στο μυαλό μου έρχεται η γνωστή ιστορία του Βασιλιά Φιλίππου ο οποίος αγωνιούσε για την σωστή διαπαιδαγώγηση του γιού του, αφού τον προόριζε για ένα πρόσωπο που θα ανέτρεπε την οικουμένη, όπως κι έγινε άλλωστε. Το δύσκολο αυτό έργο ανέλαβε ο Αριστοτέλης. Κατά τον φιλόσοφο, κάτι τέτοιο θα ήταν εφικτό εφόσον πρώτα θα είχε προηγηθεί μία εκπαίδευση, ριζοσπαστική ίσως και ασύμβατη με τη νοοτροπία του Φιλίππου.

Για τον βασιλιά, βασικές γνώσεις όπως η γεωγραφία, η αριθμητική και η φιλοσοφία ήταν οι θεμέλιοι λίθοι ώστε ο νέος μελλοντικά, να ηγηθεί μιας εκστρατείας. Δυσανασχετούσε βλέποντας πως η πολυπόθητη γνώση, με τον τρόπο που υπήρχε ως έννοια στο κεφάλι του, αργούσε να έρθει, και βομβάρδιζε διαρκώς τον Αριστοτέλη με το ίδιο ερώτημα «Πότε; Πότε; Μα πότεεεεε, επιτέλους;» Κάθε φορά όμως, έπαιρνε την ίδια απόκριση:  «Όχι ακόμα, Φίλιππε». Έως ότου ο Αριστοτέλης έδωσε την εξής απάντηση: «Πρώτα θα του μάθω να σκέφτεται». Να είχε δίκιο; Μάλλον ναι, κρίνοντας από το αποτέλεσμα. Ο Αλέξανδρος, τον τίμησε, κάνοντας τον περήφανο με το βέλτιστο δυνατό τρόπο. Γνωστή και η ρήση του στρατηλάτη: «Στους γονείς οφείλομεν το ζην, στους δε διδασκάλους το ευ ζην».

Ο Καλός, ο Κακός και ο Δάσκαλος
Ο Καλός, ο Κακός και ο Δάσκαλος

Αριστοτέλης

Ο Αριστοτέλης είχε πιάσει το νήμα από εκεί που έπρεπε: την αρχή. Και όταν αυτό το νήμα είναι από 100% αγνό παρθένο υλικό, εάν καταφέρεις να το ξεμπερδέψεις, τότε έχεις ανακαλύψει το μεγάλο μυστικό.  Η γνώση είναι περίεργος σπόρος, δεν βλασταίνει παντού. Για να βρεις πρόσφορο έδαφος, και να καρποφορήσει ένα δέντρο με ρίζες βαθιές, υπάρχει ένας δρόμος. Η καρδιά.  Ο δάσκαλος έχει στη φαρέτρα του ένα πλήθος γνώσεων όσον αφορά το αντικείμενο του. Χωρίς περίτεχνο χειρισμό αυτών, θα γίνει ο ίδιος ένα Cossus cossus, ένα έντομο των δέντρων που θα προσβάλει τους τρυφερούς βλαστούς. Τα άνθη θα πέσουν, οι χυμοί θα απομυζηθούν, έως ότου το δέντρο να εξασθενίσει και να μειώσει την απόδοση του. Αν αντίθετα τις χειριστεί σωστά, θα μπορεί να υπερηφανεύεται πως συνέβαλε στη  δημιουργία ενός περιβολιού.

Πρέπει να τον κερδίσεις τον μαθητή. Καμιά εκδοχή επικοινωνίας δεν είναι εφικτή αν δεν το καταφέρεις αυτό.

Το γεγονός πως ένας παιδαγωγός στέκεσαι επιβλητικά μπροστά σε ένα παιδί, τον βάζει σε θέση ισχύος μα τίποτε παραπάνω. Οπότε, πρέπει να αποφασίσει πως θέλει να μοιάζει. Σαν τον θεό της Καινής Διαθήκης που αγαπά και συμπάσχει ή σαν τον τιμωρό της Παλιάς;  Κατά την ταπεινή μου άποψη, το σωστό επίρρημα είναι το «δίπλα». Το «μπροστά» είναι σαν να υψώνεις ένα τείχος, και στο περιβόλι του Παραδείσου, μήτε πόρτες, μήτε τείχη υπάρχουν.

«Όταν ήμουν δάσκαλος»

Το 1916 κυκλοφορεί το διήγημα του [1]Ιωάννη Κονδυλάκη με τίτλο: «Όταν ήμουν δάσκαλος». Στην παρακάτω σκηνή, ο ήρωας της ιστορίας, αντικρίζει για πρώτη φορά την τάξη του. Ο λόγος του, όχι μόνο συγκινητικός  αλλά και προχωρημένος για τα δεδομένα της εποχής, έχει ως εξής:

«Δὲν εἶμαι ἀπὸ τοὺς δασκάλους τοὺς ὁποίους ἐγνωρίσατε μέχρι τοῦδε. Θέλω νὰ γείνω φίλος σας καὶ ὄχι τύραννος, νὰ σᾶς φανῶ ὠφέλιμος καὶ ὄχι νὰ σᾶς κάμω δειλοὺς καὶ ταπεινούς﮲ νὰ μὲ σέβεσθε καὶ νὰ μὲ ἀγαπᾶτε καὶ ὄχι νὰ μὲ τρέμετε. Μερικοί ἀπὸ σᾶς ἄλλως τε κοντεύει νὰ ἔχετε τὴν ἡλικία μου. Ἕως χθὲς ἢμουν καὶ ἐγὼ μαθητὴς καὶ δὲν ἐπιθυμῶ νὰ μὲ μισήσετε, ὅπως ἐμίσησα ἐγὼ μερικούς ἀπὸ τοὺς δασκάλους μου. Δὲν θ’ ἀπαιτῶ νὰ μαθαίνετε μεγάλα πράγματα, τὰ ὁποῖα νὰ μὴ σᾶς ἀφίνουν καιρὸν νὰ παίζετε, ὡς ἀπαιτεῖ ἡ ἡλικία σας. Ἀλλά τὰ ὀλίγα αὐτὰ ἐννοῶ νὰ τὰ μαθαίνετε καλά. Φρονῶ ὅτι μὲ τὸ γλυκὺ θὰ κάμωμεν καλλίτερα τὴν ἐργασίαν μας, ἐνῶ οἱ ἄλλοι δασκάλοι νομίζουν ἀπαραίτητον τὸ ξύλον καὶ τὰς ὕβρεις. Σᾶς παρακαλῶ, μὴ μὲ ἀναγκάσετε νὰ πιστεύσω ὅτι ἔχω ἄδικον καὶ ὅτι ἔχουν δίκαιον οἱ ἄλλοι δασκάλοι». «Οἱ μαθηταί μου ἤκουσαν τοὺς λόγους μου μὲ ἔκπληξιν, ἥτις ἐπὶ τέλους μετεβλήθη εἰς ἀκτινοβόλημα χαρᾶς».

Ο νεαρός αυτός δάσκαλος είχε πλήρη επίγνωση της δύναμης του, της αμεσότητας αυτής στον ψυχισμό των μαθητών του. Πως, δηλαδή, μπορούσε κάνοντας χρήση της εξουσίας του είτε να εμπνεύσει και να λειτουργήσει βελτιωτικά, είτε  να φτάσει στο άλλο άκρο και να καταρρακώσει. Υποσχέθηκε να δώσει αυτά που οι προκάτοχοι του δεν πρόσφεραν. Από την άλλη μεριά, «Nemo dat quod non habet» το οποίο σημαίνει πως κανείς δε δίνει αυτό που δεν έχει και ο δάσκαλος πάνω απ’ όλα πρέπει να είναι κάτοχος αξιών.

«Μεγάλος είναι εκείνος που δίνει μια κατεύθυνση»

Έστω και μία του κουβέντα μπορεί να έχει επίδραση τόσο ισχυρή που να αλλάξει ριζικά τον τρόπο που σκέφτεται ένα παιδί. Στις μικρές ηλικίες, ο δάσκαλος είναι Θεός ενώ οι έφηβοι βλέπουν στο πρόσωπο του ένα σύμβολο εξουσίας, στο οποίο αυτόματα πρέπει να προβάλλουν αντίσταση. Στην πορεία εάν συνειδητοποιήσουν πως κοιτάζοντας το, πέρα από εξουσία θα βρουν σεβασμό, ενθάρρυνση και αποδοχή, μέσα σε όλα τα άλλα, τότε ακόμη και σε μία κακής κατάστασης αίθουσα 6Χ7, που χρήζει πολλαπλών επισκευών, ακόμη κι εκεί, μπορούν να γίνουν θαύματα.

Τη γνώση τη βρίσκεις παντού. Στα βιβλία, στις εγκυκλοπαίδειες, πλέον, στη σύγχρονη εποχή στο διαδίκτυο. Όμως αυτά δεν έχουνε ψυχή. Τα κοιτάς εσύ δεν σε κοιτάνε αυτά μέσα στα μάτια, ούτε έχουν αίσθηση κάποιου ηθικού σκοπού. «Μεγάλος είναι εκείνος που δίνει μια κατεύθυνση», επισημαίνει ο Νίτσε[2]. Εγώ θα συμπληρώσω: Ο δάσκαλος που είναι δοσμένος, υπενθυμίζει στα παιδιά του πως το όριο είναι ο ουρανός όχι το πάτωμα, τα μεταρσιώνει. Το έργο του είναι συστοιχία πολλαπλών πραγμάτων. Ξέρω ακούγεται δύσκολο. Είναι, δεν ακούγεται μονάχα.

Είναι θέμα κύρους για μια αυτοκινητοβιομηχανία να τερματίσουν τα μοντέλα της στις δοκιμαστικές πίστες, ολοκληρώνοντας επιτυχώς και με αξιοπιστία το πρόγραμμα τελικών δοκιμών. Είναι θέμα κύρους για ένα δάσκαλο να προετοιμάσει τους μαθητές του κατάλληλα ώστε να τροχοδρομήσουν σε μια ανηφόρα με φορτίο και κάθε τύπου καιρικών και γεωγραφικών συνθηκών, σε αυτήν την κακοτράχαλη πίστα που λέγεται ζωή.


[1] Ιωάννης Δ. Κονδυλάκης, Βιβλίο: Όταν ήμουν δάσκαλος και άλλα διάφορα διηγήματα, σελ 12, Εκδοτικός Οίκος Γεωργίου Φέξη, Αθήνα 1916

[2] Φρήντριχ Νίτσε, Βιβλίο: Η Θεωρία του Σκοπού της Ζωής, σελ 29, Μετάφραση Χ. Αντωνίου, Εκδόσεις Δαμιανός, Θεσσαλονίκης